- υπογλουτίς
- -ίδος, ἡ, Ατο σημείο όπου συνδέονται, εξωτερικά, οι γλουτοί με τους μηρούς («μηροῡ δὲ καὶ γλουτοῡ τὸ ἐντὸς περίνεος, μηροῡ δὲ καὶ γλουτοῡ τὸ ἔξω ὑπογλουτίς», Αριστοτ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + γλουτός + επίθημα -ίς].
Dictionary of Greek. 2013.